Ο κ. ΤΕΛΕΒΑΝΤΟΣ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΣΕ ΤΗΝ ΕΜΜΕΣΗ ΑΠΕΙΛΗ ΤΟΥ
ΟΤΙ ΘΑ ΜΑΣ ΒΓΑΛΕΙ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ ΑΝ ΔΕΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΟΥΜΕ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ
ΠΕΡΙ ΔΙΑΚΟΠΗΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗΣ
Αν κάποιος μου έλεγε πριν δυο χρόνια, ότι θα ερχόμουν σε ρήξη με τον κ. Τελεβάντο, θα τον κοιτούσα τουλάχιστον με κατανόηση. Να, όμως, που η ζωή μας επιφυλάσσει πολλές και δυσάρεστες εκπλήξεις. Παρόλο, λοιπόν, που δεν είχα καμία διάθεση να αντιπαρατεθώ στον κ. Τελεβάντο, και μάλιστα τη Μ. Εβδομάδα, αναγκάζομαι εκ των πραγμάτων, καθώς εξαπέλυσε εναντίον μου μια βαριά και αναπόδεικτη κατηγορία περί Προτεσταντισμού. Τον κ. Τελεβάντο δεν τον γνωρίζω προσωπικά, αλλά τον εκτίμησα για τα πρώτα κυρίως γραπτά του, όταν αναπάντεχα συμπαραστάθηκε από την Αμερική όπου ευρίσκεται, στον αγώνα μας εναντίον του Οικουμενισμού, ενώ οι περισσότεροι στην Ελλάδα τον αγνοούσαμε. Ο ίδιος είχε την πρωτοβουλία, μάλιστα, να μου τηλεφωνήσει και έκτοτε είχαμε τακτική επικοινωνία και συνεργασία.
Η στάση του απέναντί μου άρχισε να αλλάζει, όταν διαπίστωσε ότι, κατόπιν πολυχρονίου μελέτης και συζητήσεων με πνευματικούς Πατέρες, είχα αποφασίσει να εφαρμόσω τον ΙΕ΄ Κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, η οποία επιβάλλει και διδάσκει την διακοπή μνημοσύνου και την αποτείχιση από τους επισκόπους που κηρύττουν αιρετικές διδασκαλίες. Παρ’ ότι ο Ιερός Κανόνας είναι ξεκάθαρος (τουλάχιστον ως προς την προαιρετική αποτείχιση) αυτός ανέπτυσσε μια άλλη διδασκαλία (ετεροδιδασκαλία), εναντιούμενος στον Ιερό Κανόνα. Και όταν πραγματοποίησα ελεύθερα την απόφασή μου που αφορούσε την σωτηρία μου και τον εαυτό μου, εμένα και άλλους που είχαν πραγματοποιήσει το ίδιο —ωσάν αυτός να είναι ο τιμητής των πάντων— μας κατηγόρησε ευθέως ότι έχουμε προτεσταντικό φρόνημα και εμμέσως ως αιρετικούς.
Σύμφωνα με την Παράδοση της Εκκλησίας μας, έχει δικαίωμα να σιωπήσει κανείς, ακόμα και όταν αδικείται κατάφορα. Όμως, δεν πρέπει να αφήνει αναπάντητη την κατηγορία που άπτεται της ορθοδοξίας του, όταν δηλ. κατηγορείται επί αιρέσει· και μάλιστα, όταν οι επί αιρέσει κατηγορίες δεν αγγίζουν μόνον αυτόν, αλλά έχουν σχέση και με άλλους πιστούς της ίδιας τοποθετήσεως· και ακόμα περισσότερο, δεν πρέπει να αφήνει αναπάντητες απόψεις κακόδοξες που διαστρέφουν τους Ιερούς κανόνες της Εκκλησίας. Γι’ αυτό αναγκάζομαι, επειδή το δικό μου όνομα αναφέρεται και παρά το γεγονός ότι μπαίνουμε στην Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα, να απαντήσω στο κ. Τελεβάντο. Ο κ. Τελεβάντος, ενώ υπάρχουν τόσοι πνευματικοί Πατέρες στην Ελλάδα, τους οποίους συμβουλευόμαστε και με τους οποίους συζητάμε, επεμβαίνει από την Αμερική ως αυτόκλητος «πατέρας» της Εκκλησίας, και θέλει να καθορίσει τι να κάνουμε. Ήρξατο χειρών αδίκων όχι μόνο παρεμβαίνοντας σε προσωπικές επιλογές πιστών, αλλά αλλοιώνοντας (θέλω να πιστεύω αθελήτως) την Παράδοση της Εκκλησίας, κυρίως τον 31ο Αποστολικό και τον ΙΕ΄ Ιερό Κανόνα της ΑΒ Συνόδων της Εκκλησίας, προσθέτοντας σ’ αυτούς λόγια και σκέψεις του μυαλού του και του θελήματός του και χωρίς καμιά αναφορά στους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας, και αποφαίνεται και «νομοθετεί» καινοτομίες περί αποτειχίσεως και θέτει όρους, οι οποίοι δεν περιλαμβάνονται στους Ιερούς Κανόνες. Γράφει συγκεκριμένα:
«Η Εκκλησιαστική Ιστορία είναι μάρτυρας ότι στην αποτείχιση καταφεύγουμε μόνον αν υπάρχουν απαραιτήτως (οι εξής) προϋποθέσεις: 1.) Αν έχουν εξαντληθεί όλα τα άλλα μέσα αντίστασης, και 2.) Αν υπάρχει τρόπος να ελεγχθεί η πορεία της ώστε να μην καταλήξει σε σχίσμα…, και αν γίνει ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΑ ώστε να έχει δόκιμον αρχή και δόκιμον τέλος». «Γι' αυτό είμαι σφοδρότατα αντίθετος με τις μη συντεταγμένες αποτειχίσεις» οι οποίες «μας καθιστούν περίγελο των πονηρών δαιμόνων… Οι κατά Θεόν αποτειχίσεις» κατά τον Τ.Π., «είναι αυτές που έκαναν οι π. Αυγουστίνος, Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος, Παραμυθίας Παύλος και το Άγιον Όρος», που έγιναν «με την ευλογία των Ιουστίνου Πόποβτς, π. Παΐσιου και Επιφάνιου Θεοδωρόπουλου».
Και αλλού: «Οι “αποτειχίσεις” υπήρξαν ελάχιστες στη ζωή και την παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας και όταν πραγματοποιήθηκαν με ευτυχή κατάληξη1 αυτό έγινε είτε επειδή πραγματοποιήθηκαν από επισκόπους, είτε από συνόδους επισκόπων, είτε από μορφές μεγάλης αγιότητας. Ήταν δηλαδή “συντεταγμένες”. Τις καθοδηγούσαν “στρατηγοί”».
Εκ των ανωτέρω φαίνεται ότι, επειδή δεν αρέσει στο κ. Τελεβάντο η διατύπωση του Ι. Κανόνος περί αποτειχίσεως, «άμα τη κηρύξει αιρέσεως γυμνή τη κεφαλή», τον διορθώνει τον Ιερό Κανόνα και προσθέτει (όπως είδαμε) νέες προϋποθέσεις που δεν περιλαμβάνει ο Ιερός Κανόνας, ούτε η Παράδοση της Εκκλησίας έχει. Ο Ι. Κανόνας λέγει:
«Οἱ γὰρ δι' αἵρεσίν τινα, παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων ἢ Πατέρων κατεγνωσμένην, τῆς πρὸς τὸν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτοὺς διαστέλλοντες, ἐκείνου τὴν αἵρεσιν δηλονότι δημοσίᾳ κηρύττοντος καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ' ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑποκείσονται, πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς πρὸς τὸν καλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οὐ γὰρ ἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ρύσασθαι».
Ο κ. Τ.Π., όμως, θεωρεί πως απαραίτητη προϋπόθεση (τελεβάντιας εμπνεύσεως) για την πραγματοποίηση της αποτείχισης, είναι για τη σημερινή πραγματικότητα η συντεταγμένη και κάτω από στρατηγούς και με την ευλογία των στρατηγών. Βέβαια, γνωρίζουμε ότι έχει γράψει αυτά ο αείμνηστος π. Επιφάνιος. Έχουμε δε διατυπώσει με κάθε επιφύλαξη την θέση (σε αντίθεση με τους οπαδούς του Παλαιού Ημερολογίου-Εορτολογίου οι οποίοι ομιλούν για αίρεση του π. Επιφάνιου) ότι αυτή η ποιμαντική αντιμετώπιση εκ μέρους του π. Επιφάνιου, έγινε πάνω στην αγωνία του και στην μέριμνά του να αποτρέψει την προσχώρηση πιστών στις παρατάξεις του Παλαιού, για το λόγο ότι αυτοί είχαν αφ’ ενός δογματοποιήσει το Ημερολόγιο, αφ’ ετέρου είχαν διασπασθεί σε αλληλοσπαρασσόμενες παρατάξεις, πολλών από τους επισκόπους των οποίων αγνοείτο ακόμα και η κανονικότητα της χειροτονίας.
Το παράδοξο είναι, πως ο κ. Τ.Π. θεωρεί ως έναν εκ των στρατηγών κάτω από την σημαία του οποίου πρέπει συντεταγμένα να πορευτούμε και τον μητροπολίτη Πειραιώς, τον οποίο μόλις προχθές ακούσαμε να υμνεί έως τρίτου ουρανού τους αιρετικούς αρχηγέτες του Οικουμενισμού Πατριάρχη Βαρθολομαίο, Αυστραλίας Στυλιανό, Μεσσηνίας Χρυσόστομο, κ. ά. Και το αλλοπρόσαλλο: τους συγκεκριμένους Ιεράρχες και ο ίδιος ο Τ.Π. —παραδόξως— θεωρεί ως αιρετικούς και καθαιρετέους!
Μέχρι τώρα προσπάθησα να του απαντήσω με τρόπο που να μη εκτραχυνθεί η συζήτηση και εκτραπεί σε αντιπαρέθεση και μη θέλοντας να επιμείνω ιδιαιτέρως στις κατηγορίες εναντίον μας και να αποκαλύψω ακόμα και τις απειλές του, για να διατηρήσω την συζήτηση σε επίπεδο ανταλλαγής απόψεων, κάτι που αρμόζει σε ανθρώπους που αναζητούν την αλήθεια. Έτσι, έγραψα μια μικρή μελέτη περί αποτειχίσεως, στην οποία υποσχέθηκε ότι θα απαντήσει εν καιρώ. Πέρασαν μήνες χωρίς να απαντήσει. Του ζήτησα να κάνει ό,τι υποσχέθηκε: να αποδείξει με πατερικό λόγο το κατ’ αυτόν υποτιθέμενο λάθος των θέσεών μας, αν όχι για άλλο λόγο, από χριστιανική αγάπη (που μου έγραφε πως έχει για μας). Όμως, ο κ. Τελεβάντος υπερέβη τα εσκαμμένα και (ενώ πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος) δεν έδωσε καμιά απάντηση θεολογική, αλλά κατά καιρούς επιδίδεται σε ένα κλεφτοπόλεμο, χωρίς ουδεμία θεολογική κατοχύρωση, χωρίς Πατερικές παραπομπές, μόνο με εκτιμήσεις και αλλοπρόσαλλες και αλληλοαναιρούμενες προσωπικές θέσεις, μας κατηγορεί για προτεσταντισμό. Γράφει:
«Οι αποτειχιστές έχουν Προτεσταντικό φρόνημα, …διέπονται από την πλάνη ότι οι ίδιοι είναι η υπέρτατη αυθεντία ερμηνείας της αλήθειας. Μια διαφορά έχουν από τους Προτεστάντες. Τη sola scriptura του Προτεσταντισμού την επεκτείνουν στους Πατέρες και στους Κανόνες ΧΩΡΙΣ ΟΜΩΣ ΠΟΤΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΟΥΝ ΝΑ ΘΕΩΡΟΥΝ - ΟΠΩΣ ΑΚΡΙΒΩΣ ΟΙ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ - τον εαυτό τους την υπέρτατη αυθεντία της αλήθειας».
Αυτές τις κατηγορίες δεν τις δεχόμεθα. Του τις επιστρέφουμε. Και αν χρειασθεί, θα του παρουσιάσουμε επιστολές καθηγητών, και διαβεβαιώσεις των «στρατηγών του αγώνα», όπως αυτός τους ονομάζει, που συμφωνούν απόλυτα μαζί μας και επαινούν τον αγώνα μας, έστω κι αν προς το παρόν διαφοροποιούνται ως προς τον χρόνο, για να καταλάβει ότι και σε αυτό δεν φέρεται έντιμα, χρησιμοποιώντας αυθαίρετα και κακοποιώντας σκόπιμα θέσεις άλλων, που καμιά εξουσιοδότηση δεν του έχουν προς τούτο δώσει.
Δεν χρειάζεται καν να απαντήσουμε και στην άλλη κατηγορία που μας προσάπτει, ότι θεωρούμε τον εαυτό μας υπέρτατη αυθεντία ερμηνείας της αληθείας. Και είναι φανερό πως δεν θεωρούμε τον εαυτό μας αυθεντία, από το εξόφθαλμο γεγονός, ότι κάθε θέση μας, την στηρίζουμε σε περισσότερα από ένα πατερικά κείμενα, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, ώστε τα κείμενά μας να είναι μεγάλα και σε πολλούς κουραστικά, λόγω της παρεμβολής πλείστων όσων πατερικών κειμένων. Ό,τι πράξαμε, είναι αυτό που η συνείδησή μας επέβαλε, στην προσπάθειά μας να είμαστε «επόμενοι τοις αγίοις Πατράσι». Αν αυτό θεωρείται Προτεσταντισμός και όχι η κατά το δοκούν ερμηνεία που δίδει ο κ. Τελεβάντος στην Αγ. Γραφή και τη διδασκαλία των Αγ. Πατέρων (χωρίς πατερικές παραπομπές), αυτό ας το κρίνει ο κάθε καλοπροαίρετος αναγνώστης.
Στο άρθρο αυτό, λοιπόν θα παρουσιάσω ελάχιστες φράσεις από την αλληλογραφία με τον κ. Τελεβάντο, δια των οποίων φαίνεται ότι: α) με κολακευτικά λόγια αναφέρεται στον αγώνα μας και στα κείμενά μας. Βέβαια, οι έπαινοί του ήταν υπερβολικοί, τώρα, όμως, έρχομαι να πιστέψω πως τα λόγια του αυτά, πέρα από λόγους ευγενείας, εξυπηρετούσαν και κάποια σκοπιμότητα. Μου έστελνε δε κείμενά του για να τα διορθώσω και να προσθέσω ό,τι νομίζω. β) σε κάποια φάση, όταν πλέον διαφώνησα μαζί του στο θέμα της αποτείχισης, φαίνεται ότι άρχισε σιγά-σιγά να περνά από το μυαλό του η σκέψη για επίθεση εναντίον μου: «δεν θα γράψω άρθρα για να σας επιτεθώ (σημείωνε σε 1-2 e-mail) αλλά για να μιλήσω για το σχίσμα και την αποτείχιση. Δεν γράφω για σας αλλά με αφορμή αυτά που γράψατε».
Επειδή, όμως, οι θέσεις του για την διακοπή μνημοσύνου και αποτείχισης ήσαν όλως διόλου αντιπατερικές, (έφτασε να γράψει ότι όσοι σκέπτονται την θεσμοθετημένη από Ιερούς Κανόνες αποτείχιση απεργάζονται το σχίσμα ή κινούνται από το διάβολο!), αναγκάστηκα να ετοιμάσω την μελέτη που προανέφερα, την οποία πριν την δημοσιεύσω, του την απέστειλα για να …την διορθώσει, πιστεύοντας αφελώς, ότι τον ενδιαφέρει η εξεύρεση της αλήθειας. Η απάντησή του με εξέπληξε. «…Δεν πρέπει καθόλου να δημοσιεύσετε το κείμενο, επειδή είναι διάτρητο. Αν το δημοσιεύσετε όπως έχει, δεν θα έχω καμιά άλλη επιλογή παρά να απαντήσω, επειδή τα παρερμηνεύσατε πλήρως». Στη συνέχεια με απειλούσε, ότι αν την δημοσιεύσω (αναφερόμενος στις θέσεις του, που τάχα παρερμηνεύω) θα μου απαντούσε με «αιχμηρό» τρόπο… Αν δημοσιευθεί αυτό το κείμενο θα αναγκαστώ να δημοσιεύσω κείμενο με τίτλο «Προτεσταντική ερμηνευτική των πατέρων» και θα μιλήσω σκληρά («δεν πολυδιακρίνομαι –έγραφε– για την ελαστικότητά μου»).
Συμβουλεύτηκα τον π. Θεόδωρο Ζήση, ο οποίος μου είπε πως χάριν της ενότητος του αγώνος, να αποφύγω να αναφέρω ονόματα. Τον άκουσα και δημοσίευσα μεν την μελέτη με τίτλο «Διακοπή Μνημοσύνου καὶ Ἀποτείχιση, Ἀπάντηση σέ ἄρθρα καί σχόλια», αφαιρώντας το όνομα του κ. Τ.Π. και αφήνοντας όλες τις άλλες θέσεις.
Αυτό το κείμενο περὶ αποτείχισης, που κάθε παράγραφός του στηριζόταν σε πατερικές θέσεις, το έστειλα σε δεκάδες καθηγητές Πανεπιστημίου και ιερωμένους και ζήτησα την γνώμη τους. Δεν το αμφισβήτησαν, αντίθετα κάποιοι μεν το επαίνεσαν και μου είπαν ότι ο Ι. Κανόνας επιτρέπει την κατά συνείδηση αποτείχιση, κάποιοι δε εξέφρασαν την επιφύλαξή τους ως προς τον χρόνο εφαρμογής.
Ο κ. Τ.Π., όμως, αφού δεν δημοσίευσα το κείμενο με αναφορά στο όνομά του, ικανοποιήθηκε και έπαψε να θεωρεί ότι οι θέσεις μου διέπονται από "Προτεσταντική ερμηνευτική των πατέρων" και άρχισε πάλι να μου ζητά την διόρθωση των κειμένων του, να με επαινεί για τον αγώνα μου και την θεολογικότητα των κειμένων μου!!!
Αργότερα, όμως, ίσως επειδή παρέμενα σταθερός στις θέσεις μου (και πώς να μη παραμένω πιστός σ’ αυτά που διδάσκουν οι Πατέρες και όχι στα προτεσταντικά αποκυήματα του κ. Τελεβάντου;) επανήλθε η κατηγορία περί προτεσταντισμού, με αφορμή τώρα το βιβλίο του π. Ευθυμίου Τρικαμηνά, με τίτλο «Η αντιμετώπισις της αιρέσεως του Οικουμενισμού κατά τον Όσιο Θεόδωρο τον Στουδίτη – Η διακοπή της μνημονεύσεως». Σ’ αυτό ο π. Ευθύμιος, αναφερόμενος στην Εκκλησία, μερικές φορές εκφράζεται με τον όρο «διαχρονική Εκκλησία». Αυτό, τώρα, απεδείχθη για τον κ. Τ.Π. νέο στοιχείο, πως ο ίδιος ο π. Ευθύμιος και όσοι έχουν μιλήσει μαζί του, προτεσταντίζουν. Αναπτύχθηκε αλληλογραφία μεταξύ τους, αλλά οι διευκρινήσεις που εδόθησαν δεν ικανοποίησαν την ιεροεξεταστική νοοτροπία του κ. Τελεβάντου. Απ’ ό,τι γνωρίζω, στην τελευταία επαφή που είχαν, συμφώνησαν να παραπέμψουν την διαφορά τους περί «διαχρονικής Εκκλησίας» σε τέσσερα πρόσωπα κοινής αποδοχής.
Πριν όμως γίνει αυτό, και επειδή προβήκαμε στην αποτείχιση, ο κ. Τ.Π. επανέφερε την κατηγορία του ότι «οι αποτειχιστές έχουν Προτεσταντικό φρόνημα, …διέπονται από την πλάνη ότι οι ίδιοι είναι η υπέρτατη αυθεντία ερμηνείας της αλήθειας».
Τάδε έφη, λοιπόν, ὁ νέος Πάπας κ. Τελεβάντος. Διέφυγε, όμως, της προσοχής του, ότι στα εκατοντάδες δικά του κείμενα που πυρετωδώς γράφει, σπάνια βρίσκει κανείς ένα πατερικό κείμενο. Μια γνώμη του, που να κατοχυρώνεται και να συνοδεύεται από κείμενα των Πατέρων. Το ίδιο κι όταν μιλά για την αποτείχιση, αποφεύγει να φέρει γνώμες Πατέρων. Και τολμάει να χαρακτηρίσει τα κείμενά μας προτεσταντικού φρονήματος, τα οποία μετά φόβου και τρόμου και πολλής φροντίδος στηρίζουμε σε εκατοντάδες κείμενα και γνώμες Πατέρων.
Ξέχασε, όμως, και κάτι άλλο· ότι αυτός δημοσίευσε κριτικές στα βιβλία μου, (πριν βέβαια γίνω ανυπάκουος στα περί αποτειχίσεως που πρεσβεύει) και σε αυτές γράφει:
«Όπως πάντοτε, στα βιβλία και στα άρθρα του, ο κ. Σημάτης γράφει με νηφάλιο τρόπο, παραθέτει πλούσια βιβλιογραφία, είναι ιδιαίτερα ενημερωμένος για το θέμα που αναπτύσσει και προσφέρει στον αναγνώστη πλούσιο σχετικό υλικό που αποδελτίωσε. Λίγοι έχουν διαβάσει όλα αυτά στα οποία παραπέμπει ο κ. Σημάτης και ακόμη πιο λίγοι είναι αυτοί που έχουν αποδελτιώσει το υλικό. Επομένως είναι πολύτιμη η δημοσιοποίηση όλου αυτού του υλικού για τα έργα και τις ημέρες των Οικουμενιστών».
«Με το παρόν του πόνημα ο κ. Σημάτης συνέλεξε τη γύρι από τα άνθη των αποφάσεων των Οικουμενικών και άλλων Συνόδων και από τα συγγράμματα των Αγίων Πατέρων και κορυφαίων σύγχρονων μορφών της Ορθοδοξίας, …παραθέτει πολλά στοιχεία που κατοχυρώνουν απόλυτα το θέμα».
Συγγνώμη για την παρουσίαση θετικών για το πρόσωπό μου γνωμών, (που πραγματικά πιστεύω ότι δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα) αλλά αναγκάζομαι να τις παραθέσω, για να φανεί η αντιφατικότητα αυτού που, από τη μια μας εκθειάζει και από την άλλη μας συκοφαντεί και έπειτα πάλι μας εκθειάζει.
Έχω διασώσει τα δεκάδες επαινετικά e-mail που μου έστελνε. Δεν θα τα παρουσιάσω, όμως, γιατί δεν θα προσθέσω κάτι παραπάνω.
Μετά από όλα αυτά, γίνεται αντιληπτό ότι η αποδιδόμενη σε βάρος μου κατηγορία για προτεσταντισμό και κατ’ επέκταση για αίρεση δεν περιορίζεται στο πρόσωπό μου, αλλά περιλαμβάνει και τους έχοντες όμοια φρονήματα με μένα και ουσιαστικά στρέφεται σε βάρος της ενέργειας της αποτείχισης, η οποία για τους λόγους που προανέφερα επιβάλλεται.
Μας κατηγορεί λοιπόν για αίρεση και για προτεσταντική μεθοδολογία ο κ. Τελεβάντος. Εκ της αντιπαραβολής όμως της συμπεριφοράς του καθενός από μας, καταδεικνύεται ποιος προτεσταντίζει και ποιος αιρετίζει. Φοβάμαι να τον εγκαλέσω για προτεσταντισμό και αίρεση, αφού τον αισθάνομαι ως εν Χριστώ αδελφό μου, πλην όμως η ίδια η συμπεριφορά του καθιστά τα έργα και τις τοποθετήσεις του αιρετίζουσες και βεβαίως προτεσταντικές.
Η εμμονή και η επιμονή του να πλήξει την προσπάθειά μας είναι βέβαιο ότι κινείται από εμπαθή αισθήματα και το χειρότερο τα κίνητρά του δεν υπάρχει αμφιβολία ότι δεν είναι καθαρά, καθόσον υποκρύπτουν κάποια σκοπιμότητα. Στην προσπάθειά του να πλήξει και να βλάψει την αποτείχισή μας, η οποία είναι καθ’ όλα ορθόδοξη, βασιζόμενη στην Ιερά Παράδοση και Πατερική διδασκαλία της Εκκλησίας μας, προβάλλει προσωπικές θέσεις και απόψεις τις οποίες υπερασπίζεται σθεναρά χωρίς οιοδήποτε θεολογικό και πατερικό υπόβαθρο. Ποιος λοιπόν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως προτεστάντης; Ποιος βρίσκεται εκτός της Πατερικής διδασκαλίας;
Ένας πάντως αντικειμενικός και ουδέτερος, καλοπροαίρετος αναγνώστης μπορεί άνετα να εξάγει το συμπέρασμα για το ποιος εκ των δύο αλλάζει συνεχώς θέσεις και απόψεις, ποιος κατηγορεί συνεχώς και κατακρίνει και κατασυκοφαντεί κληρικούς και ως κριτής όλης της οικουμένης αποφαίνεται επί παντός επιστητού. Από την αρχή της εμφανίσεώς του στον θεολογικό ιστοχώρο η πορεία που ακολουθεί δεν είναι ευθεία. Μεταβάλλεται συνεχώς και τα δείγματα έως και σήμερα της γραφής του και της συμπεριφοράς του το αποδεικνύουν. Θα μπορούσα να παραθέσω αρκετά τέτοια αλληλοσυγκρουόμενα κείμενά του, αλλά νομίζω πως δεν χρειάζεται να ασχοληθώ περισσότερο μαζί του, όπως και δεν θα ασχολούμην, εάν δεν χρειαζόταν να αντικρούσω την περί προτεσταντισμού κατηγορία.
Πάντως, ασχέτως αν το δέχεται, εύχομαι η μεταξύ μας αντιπαράθεση (τουλάχιστον δημόσια) να σταματήσει εδώ. Εκτός, αν με κατοχυρωμένο θεολογικό κείμενο και όχι με σκόρπιες προσωπικές θέσεις, αποδείξει την αλήθεια των λεγομένων του.
Καλή Ανάσταση
Σημάτης Παναγιώτης