Εὐλαβικὸ προσκύνημα
στὶς σύγχρονες ἐπίγειες «κατακόμβες»
Δρόμοι χωρὶς μποτιλιάρισμα,
μικρά, φτωχά, ζωντανὰ χωριουδάκια, ἀνθρώπινα· καὶ τὸ τοπίο πράσινο, βλάστηση
συνεχὴς καὶ πυκνή· χορταίνουν τὰ μάτια, ἠρεμεῖ ἡ καρδιά· μιὰ μικρὴ ἀποζημίωση
αὐτοῦ τοῦ κουραστικοῦ ταξιδιοῦ μὲ προορισμὸ τὴν Σερβία καὶ τὶς σύγχρονες
κατακόμβες της, ποὺ ἀποφασίσαμε νὰ κάνουμε μὲ δυὸ αὐτοκίνητα, ἑλλαδίτες ἀπὸ τὴν
Ἀθήνα, τὸ Αἴγιο καὶ τὸ Βόλο.
Τὸ τοπίο εὐλογημένο σὲ
παρασέρνει νὰ σιγοψάλεις «οὐκ ἐλάτρευσαν τὴν κτίση οἱ θεόφρονες, ἀλλὰ τὸν
κτίσαντα»· καὶ ἡ καρδιὰ ἀναμένει ν’ ἀντικρύσει τὶς σύγχρονες κατακόμβες· τὶς
ἐπίγειες «κατακόμβες» ποὺ δημιούργησαν οἱ ἀνάλγητες οἰκουμενιστικὲς διώξεις
«ὀρθοδόξων ποιμένων» καὶ ἡ σθεναρὰ ἀντίσταση ἑνὸς ἀσθενικοῦ ἀνθρώπου, τοῦ
διωκόμενου Σέρβου ἐπισκόπου Ἀρτεμίου, μὲ τοὺς ἡρωϊκοὺς μοναχοὺς καὶ μοναχές,
ποὺ ἀψήφισαν τὰ πάντα γι’ Αὐτὸν ποὺ δημιούργησε τὰ πάντα.
Πρὶν γνωρίσουμε ἀπὸ κοντὰ τὰ
πράγματα, ζωγραφίζαμε μὲ τὴ φαντασία τὴν πιθανὴ εἰκόνα ποὺ θὰ συναντούσαμε:
κάποιους αὐστηροὺς –κυρίως γέρους– μοναχούς, ποὺ ἡ ἄσκηση, τὰ χρόνια, τὰ
σκληρὰ πολεμικὰ γεγονότα, οἱ ἀπάνθρωπες Νεοταξικὲς πρακτικές, θὰ εἶχαν
αὐλακώσει τὸ σῶμα τους, τὸ πρόσωπο καὶ κυρίως τὴν ψυχή τους, καὶ θὰ τοὺς εἶχαν
μεταβάλει σὲ ἀπόκοσμους, καχύποπτους, ὅσο κι ἀσυμβίβαστους ἀνθρώπους, ἕτοιμους
νὰ δώσουν ἄλλη μιὰ μάχη μ’ ἐκείνους ποὺ θὰ ἐπιβουλευθοῦν τὸ τελευταῖο ἀγκωνάρι
ποὺ ἔχουν γιὰ προσκέφαλο, τὸ κεραμίδι ποὺ ἀπέμεινε στερνὸ σύμβολο ἑνὸς «οἴκου
ἄοικου».
Μὰ ὅταν φτάσαμε στὶς κατοικίες
τους, συναντηθήκαμε μὲ τὸ ἀπρόσμενο. Ἀντὶ γιὰ σκληραγωγημένους γέρους καὶ
ἀγέλαστες γερόντισσες, ἀντικρίσαμε μὲ ἔκπληξη νεότατους μοναχοὺς καὶ μοναχές,
ποὺ τὸ μαῦρο τους ράσο τόνιζε πολλαπλασίως τὰ φωτεινά, χαρούμενα πρόσωπά τους·
νέους καὶ νέες, ποὺ σὰν μόλις τώρα νὰ ἐπέστρεψαν ἀπὸ κάποιο σπουδαστήριο ἢ νὰ
τελείωσαν τὴ διδακτορική τους διατριβή. Καλύτερα· σὰν μόλις νὰ γύρισαν ἀπὸ
κάποια κατανυχτικὴ ὁλονυχτία, στὴν ὁποία γεύτηκαν θεῖες ἐμπειρίες.
Μᾶς χαιρετοῦσαν μὲ ἕνα
ἀνυπόκριτο αὐθορμητισμό, σὰν νὰ μᾶς γνώριζαν χρόνια· ὅπως τὸ ἴδιο αὐθόρμητα
δάκρυσαν μετὰ ἀπὸ λίγο, καθὼς τραγουδοῦσαν πονεμένα τραγούδια τῆς χαμένης τους
πατρίδας, τοῦ Κοσσόβου, ἀπ’ τὸ ὁποῖο δὲν τοὺς ξερίζωσαν οἱ Ἀλβανοὶ φρουροί,
ἀλλὰ οἱ πρώην σχολάζοντες πατριοὶ ποιμένες καὶ οἱ πατριαρχεύοντες τοποτηρητὲς
τῆς Παγκοσμιοποίησης καὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Κι ἀνάμεσα στοὺς μοναχοὺς
καὶ τὶς μοναχές, καὶ μπρός τους, καὶ δίπλα τους ὁ ἐπίσκοπος Ἀρτέμιος. Ἁπλός,
χαριτωμένος, ποὺ λόγω τοῦ ὕψους του χανόταν ἀνάμεσά τους, «μικρὸς τῇ ἡλικίᾳ»,
«ὑψηλὸς ταῖς φρεσί». Χωρὶς καμία γοητεία, στόμφο, φαντασία, δύναμη, ἐξουσία. Μὲ
φανερὴ τὴ σφραγῖδα τῆς Παύλειας αὐτοσυνειδησίας: «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ
ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ».
Κι ἀναρωτιέσαι;
Ἀλήθεια! Αὐτὸς ὁ μικρὸς τὸ
δέμας ἄνθρωπος, δίχως ὅπλα καὶ δίχως φαρέτρα, δίχως φίλους, οἰκονομικοὺς
πόρους, Μέσα Ἐπικοινωνίας καὶ κοσμικὸ κύρος, αὐτός, ἔχει γίνει ὁ πονοκέφαλος
τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας; Αὐτὸς ἔχει προβληματίσει τόσο τοὺς ἐπισκόπους τῶν ἄλλων
Ἐκκλησιῶν, ἔχει φοβίσει τόσο τὸν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, ὥστε νὰ τοῦ ἀπαγορεύσει
ἐδῶ καὶ μιὰ δεκαετία τὴν εἴσοδο στὸ Ἅγιο Ὄρος;
Ἀλήθεια! Αὐτοὶ οἱ εὐφρόσυνοι
μοναχοὶ κι αὐτὲς οἱ ἀδύναμες καλωσυνάτες μοναχές, ποῦ βρῆκαν τὴ δύναμη νὰ
ἀντισταθοῦν στοὺς περιβεβλημένους «πορφύραν καὶ βύσσον» ἐπισκόπους καὶ
Πατριάρχες, πῶς δὲν πτοοῦνται ξέροντας ὅτι πίσω ἀπὸ τοὺς ἀχυρένιους
ἐκκλησιαστικοὺς ἄρχοντες στέκονται τὸ Βατικανὸ καὶ οἱ ἀδίστακτοι σχεδιαστὲς τῆς
Νέας Τάξεως Πραγμάτων καὶ τὰ ὄργανά τους, οἱ Κοσοβάροι ἐξτρεμιστές;
Ἦταν ὁλοφάνερο γιατὶ δὲν
πτοοῦνται. Δὲν πτοοῦνται, γιατὶ –ἐπίσκοπος,
ἱερεῖς καὶ μοναχοὶ– ἔχουν
ἐνστερνισθεῖ καὶ ἀγωνίζονται νὰ ἐφαρμόσουν συνειδητά, ὅσα δίδαξαν καὶ ἐφάρμοσαν
οἱ Ἅγιοι Ἰουστῖνος Πόποβιτς, Μᾶρκος Εὐγενικός, Γρηγόριος Παλαμᾶς, οἱ Μ.
Ἀθανάσιος καὶ Βασίλειος, ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ
τελειοῦται». Ἡ ἀπόφαση τῆς θυσίας γιὰ τὴν ἀλήθεια τῆς Πίστεως, μεταποιεῖ τοὺς
ἀδύνατους καὶ χοϊκοὺς ἀνθρώπους, σὲ δυνατοὺς καὶ οὐρανοπολίτες, οἱ ὁποῖοι
«πάντα ἰσχύουν ἐν τῷ ἐνδυμανοῦντι (αὐτοὺς) Χριστῷ».
Εἶναι, γιατὶ ὁ ἀγώνας τους
δὲν ἀποβλέπει σὲ δόξες, ἡδονὲς καὶ ἐξουσία. Ὁ ἀγώνας τους ἀποβλέπει στὴν
διατήρηση τῆς σώζουσας ὀρθοδόξου Πίστεως, ποὺ ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ
μεθοδικὰ ἀνατρέπει καὶ μὲ γρήγορους ρυθμοὺς ἀποδομεῖ. Ἐμμονὴ στὴν ὀρθοδοξία μὲ
ὅποιο κόστος.
Πρῶτος σταθμός μας ἡ προσωρινὴ κατοικία τοῦ π. Ἀρτέμιου, ἔξω ἀπὸ ἕνα
μικρὸ χωριό, τὸ Ljuljaci, κοντὰ στὴν πόλη Kragujevac. Ἐκεῖ μᾶς ὑποδέχτηκε μὲ ἁπλότητα ὁ
ἴδιος ὁ Μητροπολίτης Ράσκας καὶ Πριζρένης π. Ἀρτέμιος μὲ μερικοὺς ἀπὸ τοὺς
ἱερομόναχους καὶ μοναχοὺς ποὺ τὸν ἔχουν ἀκολουθήσει, συμπαραστεκόμενοι στὸν
διωγμό του. Εἶναι μιὰ μακρόστενη διώροφη, ἡμιτελὴς οἰκοδομὴ καὶ δίπλα ἕνας
μικρὸς ναός. Τὸ κτίριο προοριζόταν γιὰ γηροκομεῖο καὶ προσφέρθηκε γιὰ νὰ
καλύψει τὶς ἀνάγκες τους.
Καὶ δὲν εἶναι τὸ μόνο. Κι
ἄλλα τέτοια κτίρια, κι ἄλλες τέτοιες ἐκτάσεις ἐμπιστεύθηκαν, ἁπλοὶ πιστοὶ τῆς
Σερβικῆς Ἐκκλησίας, στὸν Σεβασμιώτατο Ἀρτέμιο γιὰ τὶς ἀνάγκες στεγάσεως τῶν 100
περίπου μοναχῶν (ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν) ποὺ τὸν ἀκολούθησαν, ἐπειδὴ στὸ πρόσωπό
του εἶδαν τὸν συνεχιστὴ τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Γιατὶ οἱ πιστοὶ κατάλαβαν τὸ
θέατρο ποὺ παίζεται ἀπὸ τοὺς ἐπικεφαλῆς τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας. Εἶδαν τὴν
ἀδικία. Καὶ συρρέουν κατὰ ἑκατοντάδες ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη τῆς Σερβίας, γιὰ νὰ
λάβουν τὰ μυστήρια ἀπὸ Ὀρθόδοξο κι ὄχι ἀπὸ Οἰκουμενιστὲς Μητροπολίτες καὶ Πατριάρχη.
Αὐτὴν τὴν κοσμοσυρροὴ τὴν
ζήσαμε στὴν Θ. Λειτουργία, τὴν ἡμέρα τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, σὲ
μιὰ ἄλλη «κατακόμβη», στὴν περιοχὴ Leusice.
Σ’ ἕνα κτῆμα ποὺ κι αὐτὸ δωρήθηκε, χωρὶς ὅμως Ναό, μ’ ἕνα μικρὸ οἴκημα στὴν
κορυφή. Γιὰ τὴν ἐξυπηρέτηση τῶν πιστῶν –ποὺ μὲ δεκάδες αὐτοκίνητα ἔφτασαν ἀπὸ
ὅλη τὴ Σερβία– εἶχαν στηθεῖ δυὸ μεγάλα ὑπόστεγα-σκηνές. Τὸ ἕνα χρησιμοποιήθηκε
γιὰ τὴν Θ. Λειτουργία, τὸ ἄλλο γιὰ τὸ γεῦμα «ἀγάπης», ποὺ εἶχαν ἑτοιμάσει
μοναχὲς καὶ μοναχοὶ γιὰ τοὺς ἑκατοντάδες πιστούς.
Ἀσφαλῶς, αὐτὴ ἡ Θ.
Λειτουργία (παρότι ἔγινε στὰ σερβικά) θὰ τὴν θυμόμαστε γιὰ πολύ. Δεκάδες
ἱερομόναχοι συμμετεῖχαν, πολλοὶ μοναχοὶ καὶ μοναχὲς ἦσαν παρόντες καὶ οἱ
πιστοί, ποὺ δὲν ἤθελαν νὰ λειτουργηθοῦν καὶ νὰ κοινωνήσουν ἀπὸ τὰ χέρια Πατριαρχῶν
καὶ ἐπισκόπων, ποὺ ὑψώνουν τὸ ἅγιο δισκοπότηρο καί, ταυτόχρονα, τὰ ἴδια ἐκεῖνα χέρια
ὑψώνουν σὲ συμπροσευχὴ μὲ αἱρετικοὺς καὶ Μουσουλμάνους, μὲ ἐκεῖνα τὰ ἴδια χέρια
ἀνάβουν ἑπτάφωτες λυχνίες μὲ Ραβίνους Ἰουδαίους καὶ ἀκόμα, τελοῦν ἀρτοκλασίες
μὲ καρδινάλιους. Ἦρθαν στὸ Leusice, γιατὶ ἤθελαν νὰ κοινωνήσουν ἀπὸ τὰ χέρια
τοῦ ἀσυμβίβαστου Μητροπολίτη Ράσκας καὶ Πριζρένης Ἀρτεμίου καὶ τῶν
συλλειτουργῶν του, ποὺ διακρατεῖ τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ διεχώρισε τὴ θέση του
ἀπὸ τοὺς οἰκουμενιστὲς ἐπισκόπους, ἀλλὰ κι ἐκείνους ποὺ τοὺς ἀνέχονται.
Μιλήσαμε ἀρκετὲς ὧρες μὲ τὸν
Σεβασμιώτατο. Ἀπάντησε σὲ πολλὲς ἐρωτήσεις μας σχετικὰ μὲ τὴν κατάσταση, ὅπως
διαμορφώνεται τώρα στὴ Σερβία. Δὲν εἶναι τώρα ἡ ὥρα, οὔτε ἐπιτρέπει ὁ χῶρος νὰ
παραθέσουμε τὸ περιεχόμενο τῶν συζητήσεων. Θὰ ἀναφέρουμε ἐνδεικτικὰ δυὸ σημεῖα.
1. Τὸν ρωτήσαμε γιὰ τὴν
ἐναντίον του κατηγορία, ποὺ ἐπαναλαμβάνεται ἀπὸ συγκεκριμένο συνεπίσκοπο (καὶ
ἀποδεικνύεται, μαζί μὲ τόσες ἄλλες, καθαρὴ συκοφαντία ἐναντίον του). Ἡ
κατηγορία ἔλεγε, πὼς ὁ Σεβασμιώτατος χρησιμοποιεῖ τὸν «ἀντι-οικουμενισμὸ» γιὰ
νὰ καλύψει ἄλλες δραστηριότητες. Κατὰ τὴ συζήτηση ἀποκαλύφθηκε, ὅτι ὁ ἀγώνας
του δὲν εἶναι καινούργιος· ἐπὶ δεκαετίες ἀγωνίζεται κατὰ τῆς παναιρέσεως τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ, ἀκολουθώντας πιστὰ (κι ὅσο τοῦ ἐπέτρεπαν οἱ συνθῆκες) τὴ
γραμμὴ τοῦ γέροντά του, Ἁγίου Ἰουστίνου
Πόποβιτς, ποὺ ἄλλοι μαθητὲς τοῦ Ἁγίου εἶχαν ἀπὸ χρόνια προδώσει μὲ τὶς πράξεις
τους. Μᾶς ἀνέφερε δὲ καὶ συγκεκριμένες γραπτὲς ἀποδείξεις γιὰ τοὺς ἀγῶνες του
αὐτούς.
Ψάξαμε καὶ βρήκαμε ὅτι:
* Ἀπὸ τὴν περίοδο τοῦ 1992,
ἡ Μητρόπολη Ράσκας καὶ Πριζρένης (τῆς ὁποίας προΐσταται) ἐξέδιδε τὸ περιοδικὸ
«Ἅγιος Δούκας Λάζαρος», μὲ τὸ ὁποῖο ἐνημέρωνε τοὺς πιστοὺς γιὰ τὴν αἵρεση τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἀγωνιζόταν ἐναντίον του.
* Τὸ 1994 ἡ «Ἱερὰ
Ἀρχιερατικὴ Σύνοδος» τῆς Σερβίας τοῦ ἀνέθεσε νὰ ἑτοιμάσει καὶ καταθέσει Ἔκθεση
περὶ τῆς ἱστορίας τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν, αὐτὴ τὴ σφηκοφωλιὰ τῶν
αἱρέσεων. Προετοίμασε τὴν Ἔκθεση καὶ τὴν κατέθεσε τὸ 1995 μὲ τὴν πρόταση νὰ ἀποχωρήσει ἡ Σερβικὴ Ἐκκλησία ἀπὸ τὸ
Π.Σ.Ε. Τὴν Ἔκθεσή του αὐτὴ μελέτησε καὶ υἱοθέτησε ἡ «Ἱερὰ Ἀρχιερατικὴ Σύνοδος» καὶ ἔλαβε Συνοδικὰ τὴν
ἀπόφαση (ὑπ’ ἀριθ. 3128, 17-11-1997) νὰ
ἀποχωρήσει ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας ἀπὸ τὸ Π.Σ.Ε. Δυστυχῶς, ὅμως, ἡ ἐφαρμογὴ
τῆς ἀποφάσεως βραχυκυκλώθηκε ἀπὸ ὑψηλόβαθμους οἰκουμενιστὲς καὶ ματαιώθηκε,
χωρὶς νὰ προσαχθοῦν ἐπιχειρήματα θεολογικὰ ποὺ νὰ δικαιολογοῦν τὴν ἀνατροπὴ μιᾶς ἐκκλησιαστικῆς ἀποφάσεως, ἡ ὁποία
εἶχε κατοχυρωθεῖ καὶ στηριχθεῖ στὴν ὀρθόδοξη Πατερικὴ Παράδοση καὶ εἶχε
ἀποφασισθεῖ Συνοδικά.
2.
Θὰ ἀναφέρουμε ἕνα ἀκόμα πρόσφατο γεγονὸς ποὺ μᾶς ἀποκάλυψε. Ὅταν ἄρχισαν οἱ
ἐναντίον του διωγμοὶ καὶ ἔπαυσε ὁ Σεβασμιώτατος νὰ μνημονεύει τοὺς
οἰκουμενιστὲς ἐπισκόπους –ποὺ γιὰ λόγους πίστεως τὸν καθήρεσαν–, ἦρθε καὶ τὸν
βρῆκε ἕνας Σέρβος πιστὸς ἀπὸ ἄλλη Μητρόπολη καὶ τοῦ ζήτησε νὰ τὸν κοινωνήσει.
Γιατί, ὅπως τοῦ ἀποκάλυψε: ἔχω ἕντεκα χρόνια νὰ κοινωνήσω· ἀπὸ τότε ποὺ διαπίστωσα
πὼς ἡ Ἐκκλησία μας συμπορεύεται μὲ τοὺς παπικοὺς καὶ τοὺς οἰκουμενιστές, δὲν
ἤθελα νὰ ἐπικοινωνῶ μαζί τους καὶ νὰ κοινωνήσω ἀπὸ τὰ χέρια τους!
Ἔτσι κι ἀλλιῶς ὁ «μοναχὸς» Ἐπίσκοπος καὶ οἱ μοναχοὶ εἶναι διαχρονικὰ τὰ
«λόκ» τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἔχει ἀποδείξει ἡ ἱστορία τοῦ ὀρθόδοξου μοναχισμοῦ.
Σήμερα, ὁ ἀνανεωτὴς τοῦ Ὀρθόδοξου μοναχισμοῦ στὴ Σερβία (ἔκαρε ὡς μοναχοὺς καὶ
μοναχὲς 300 περίπου πνευματικά του παιδιά), καὶ ὅσοι ἀπ’ αὐτοὺς ἐλεύθερα ἀποφάσισαν νὰ τὸν
ἀκολουθήσουν, κατοικοῦν ὄχι σὲ ὑπόγειες κατακόμβες ἢ στὰ «σπήλαια καὶ τὰ ὄρη
καὶ τὶς ὀπὲς τῆς γῆς», μὰ στὶς νέες, ἐπίγειες «κατακόμβες», μέσα στὶς
χριστιανικὲς κοινωνίες, τὶς κοινωνίες ποὺ ἡ Νέα ἀντίχριστη Τάξη Πραγμάτων, μὲ
κερκόπορτα τὸν Οἰκουμενισμό, συστηματικὰ τὶς ἀπονευρώνει ἀπὸ κάθε τι Ὀρθόδοξο. Ὁ
Σεβασμιώτατος Ἀρτέμιος δίνει τὸ παράδειγμα τῆς ἀντίστασης, τὸ ἔναυσμα τοῦ ἔσχατου
ἀγῶνα ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τῆς «τελευταίας αἱρέσεως τῆς ἱστορίας» κατὰ
τὸν ἀείμνηστο π. Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο.
Σ’ ἐμᾶς προσωπικά, ἡ ὅλη
εἰκόνα ποὺ ἀντικρίσαμε, θύμισε τὴν περίπτωση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ θεολόγου,
ὁ ὁποῖος κλήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ πολεμήσει τοὺς αἱρετικοὺς τῆς
ἐποχῆς ἐκείνης, τοὺς Ἀρειανούς. Καὶ μόνος αὐτός, κατάφερε νὰ ἀνατρέψει τὴν
κατάσταση, παρόλο ποὺ ὅλους τοὺς ὀρθόδοξους ναοὺς κατεῖχαν οἱ Ἀρειανοί·
ἔχοντας, λοιπόν, σὰν ὁρμητήριο ἕνα μικρὸ ναὸ στὴν Βασιλεύουσα καὶ ὁμιλώντας
στοὺς πιστοὺς ποὺ εἶχαν ἀπομείνει, τοὺς ἐνθάρρυνε καὶ τοὺς βοήθησε νὰ κρατήσουν
τὴν πίστη. Σ’ ἕναν ἀπὸ τοὺς λόγους του, λόγο ἐξαίσιου κάλλους, μεταξύ ἄλλων
περιλαμβάνονται καὶ οἱ παρακάτω φράσεις:
«Ἔχουσιν οὗτοι (οἱ αἱρετικοὶ) τοὺς οἴκους, ἡμεῖς τὸν ἔνοικον· οὗτοι τοὺς ναούς, ἡμεῖς τὸν Θεόν∙ …οὗτοι θράσος, πίστιν ἡμεῖς· οὗτοι τὸ ἀπειλεῖν, ἡμεῖς τὸ προσεύχεσθαι· οὗτοι τὸ βάλλειν (=τὸ νὰ μᾶς χτυποῦν), ἡμεῖς τὸ φέρειν· οὗτοι χρυσὸν καὶ ἄργυρον, ἡμεῖς λόγον κεκαθαρμένον. Ἐποίησας σεαυτῷ διώροφα καὶ τριώροφα; ...ἀλλ' οὔπω ταῦτα τῆς ἐμῆς πίστεως ὑψηλότερα καὶ τῶν οὐρανῶν πρὸς οὓς φέρομαι. Μικρόν μοι τὸ ποίμνιον; Ἀλλ' οὐκ ἐπὶ κρημνῶν φερόμενον. Στενή μοι ἡ μάνδρα, πλὴν λύκοις ἀνεπίβατος, πλὴν οὐ παραδεχομένη λῃστήν, οὐδὲ ὑπερβαινομένη κλέπταις καὶ ξένοις» (Ὁμιλία
ΓΛ΄, «Πρὸς Ἀρειανοὺς καὶ εἰς ἑαυτόν»).
Εὐχή μας καὶ προσευχή μας νὰ κρατήσει ὁ Σεβασμιώτατος καὶ οἱ
συμπορευόμενοι τὸν δρόμο τῆς ἐξορίας καὶ τῶν κατακομβῶν κληρικοὶ καὶ λαϊκοί,
τὴν πίστη ἀνόθευτη, μὲ προσοχὴ καὶ διάκριση, ὥστε οἱ δυσκολίες ποὺ συναντοῦν νὰ
μὴν τοὺς ὁδηγήσουν στὶς κινήσεις ποὺ ἐπιδιώκουν οἱ πολεμοῦντες αὐτούς. Τίποτα
νὰ μὴ τοὺς πτοήσει καὶ τίποτα νὰ μὴν τοὺς χωρίσει ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ
τοὺς καθοδηγητικοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας.
Εὐχή, προσευχὴ καὶ μύχιος
πόθος μας νὰ δημιουργηθεῖ κι ἐδῶ στὴν πατρίδα μία τέτοια ἑστία ἀντίστασης κατὰ
τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῆς Παγκοσμιοποίησης, μία τέτοια
κατακόμβη, ποὺ θυμίζει πρωτοχριστιανικοὺς χρόνους, τότε ποὺ οἱ Χριστιανοὶ εἶχαν
τὸν ζῆλο καὶ τὴν πίστη νὰ θυσιασθοῦν γιὰ τὸν Χριστό. Εὐχόμεθα καὶ ἐλπίζουμε νὰ
συμβεῖ αὐτὸ ἐγκαίρως, πρὶν χρειασθεῖ νὰ ἐπέμβει ὁ Θεὸς μὲ τοὺς παιδαγωγικοὺς τρόπους
ποὺ Ἐκεῖνος γνωρίζει.
Γυρίσαμε πίσω ἔχοντας καταγράψει ἀνεξίτηλα στὴν καρδία καὶ στὸ νοῦ μας
αὐτὸ ποὺ ζήσαμε καὶ τὶς ἐμπειρίες ποὺ ἀποκομίσαμε, ἔστω καὶ γιὰ λίγο, σ’ αὐτὴν
τὴν μικρὴ ποίμνη τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἑνωμένη μὲ τὴν διαχρονικὴ Ἐκκλησία κι
εὐχηθήκαμε ὁ σύγχρονος αὐτὸς γνήσιος ἐπίσκοπος «εἰς τόπον καὶ τύπον Χριστοῦ» νὰ
ἀποτελέσει παράδειγμα, ἐγερτήριο σάλπισμα ἀφύπνισης, ἐγρήγορσης καὶ ἀντίστασης
γιὰ τοὺς ἐν Ἑλλάδι συλλειτουργούς του.
Οἱ Ἑλλαδίτες ἐπισκέπτες